Υιοθεσία ανηλίκου τέκνου. Η έννοια, τα είδη, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία της υιοθεσίας
Η υιοθεσία ανηλίκου τέκνου από θετούς γονείς είναι ένα ιδιαιτέρως ευαίσθητο ζήτημα, το οποίο απασχολεί έντονα τους εν δυνάμει γονείς, που επιθυμούν να προσθέσουν ένα νέο μέλος στην οικογένεια τους.Έχοντας καταφέρει να ξεπεράσουν τον συναισθηματικό σκόπελο της λήψης μια τόσο σημαντικής απόφασης, βρίσκονται πλέον αντιμέτωποι με μια πολυδαίδαλη αργοκίνητη διαδικασία, εκείνη της υιοθεσίας, η οποία απαιτεί την μείζονα υπομονή και επιμονή από την πλευρά τους. Ποια είναι όμως τα βήματα που οφείλουν κατά τον νόμο να ακολουθήσουν;
1. Η έννοια και τα είδη υιοθεσίας.
Η υιοθεσία ως νομική πράξη με την οποία το παιδί αποκόπτεται νομικά από την φυσική – βιολογική του οικογένεια και εντάσσεται πλήρως νομικά στην οικογένεια των θετών του γονέων μπορεί να κατανεμηθεί σε τρεις επιμέρους κατηγορίες.
-Ιδιωτική υιοθεσία: Ένα άτομο ή μια οικογένεια υιοθετεί το παιδί κάποιου άλλου προσώπου (συγγενικού ή αγνώστου).
-Κρατική υιοθεσία: Ένα άτομο ή μια οικογένεια υιοθετεί ένα παιδί από ίδρυμα.
-Διακρατική υιοθεσία: Ένα άτομο ή μια οικογένεια υιοθετεί ένα παιδί από το εξωτερικό.
2. Οι προϋποθέσεις της υιοθεσίας
Ο αστικός κώδικας δεν επιτρέπει αδιακρίτως σε όλους να υιοθετήσουν ένα ανήλικο τέκνο. Ο νομοθέτης έχει καθορίσει ορισμένες προϋποθέσεις, οι οποίες σχετίζονται με την σοβαρότητα της βούλησης των μερών, αλλά και με την καταλληλότητα των υποψηφίων γονέων. Σε γενικές γραμμές τα τυπικά προαπαιτούμενα για την τέλεση μιας υιοθεσίας είναι τα κάτωθι:
α) αυτός που υιοθετεί να είναι ικανός για δικαιοπραξία, να έχει συμπληρώσει τα τριάντα (30) χρόνια του και να μην έχει υπερβεί τα εξήντα (60) (1543 ΑΚ),
β) η διαφορά του θετού γονέα από το ανήλικο τέκνο να είναι μεγαλύτερη από δέκα οκτώ (18) χρόνια, αλλά όχι περισσότερη από πενήντα (50) χρόνια, περιορισμός που δεν ισχύει μόνο στην περίπτωση που ένας σύζυγος επιθυμεί να υιοθετήσει τέκνο που υιοθετείται ή έχει ήδη υιοθετηθεί από το σύζυγό του (1544 ΑΚ),1
γ) απαιτείται να υπάρχει αυτοπρόσωπη συναίνεση τόσο των φυσικών γονέων ή του επιτρόπου (σε περίπτωση που δεν υπάρχει γονέας) όσο και του υποψήφιου θετού γονέα (1550 ΑΚ). Η συναίνεση των φυσικών γονέων δεν επιτρέπεται να δίδεται πριν από την συμπλήρωση τριών (3) μηνών από την γέννηση του τέκνου (1551 ΑΚ),
δ) απαιτείται να μην υπάρχει άλλος θετός γονέας, εκτός αν πρόκειται για τον σύζυγο του υποψήφιου θετού γονέα (1545 ΑΚ).
3. Η διαδικασία της υιοθεσίας
Α) Η αίτηση στο Δικαστήριο από τα νομιμοποιούμενα πρόσωπα: Για την τέλεση της υιοθεσίας, απαιτείται τελεσίδικη δικαστική απόφαση (διαπλαστικού χαρακτήρα), η οποία εκδίδεται κατόπιν αιτήσεως του υποψηφίου θετού γονέα που υποβάλλεται στο αρμόδιο δικαστήριο (Μονομελές Πρωτοδικείο), στην περιφέρεια του οποίου έχει τη συνήθη διαμονή του εκείνος που υιοθετεί ή εκείνος που υιοθετείται (1549 AK).
Β) Εξέταση της καταλληλότητας των γονέων από το Δικαστήριο: Την ημερομηνία της δικασίμου οι αιτούντες θα κληθούν να αποδείξουν την καταλληλότητα τους ως γονείς του ανήλικου τέκνου. Το Δικαστήριο θα αχθεί στην κρίση του έχοντας λάβει υπόψη παράγοντες όπως η οικονομική και κοινωνική κατάσταση των υποψηφίων γονέων και η ψυχική και σωματική τους υγεία, συνεκτιμόντας συνολικά την προσωπικότητα τους . Το Δικαστήριο πέρα από τα προειρρηθέντα θα συνυπολογίσει την έκθεση της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας (1557 AK) για τους υποψήφιος θετούς γονείς, η οποία μεν δεν το δεσμεύει, αλλά διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο2.
Σε περίπτωση που το ανήλικο είναι άνω των 12 ετών απαιτείται επιπροσθέτως η συναίνεση του (1555 ΑΚ).
Γ) Δημοσίευση της αποφάσεως και καταχώριση της στο αρμόδιο Ληξιαρχείο: Από την έκδοση της Δικαστικής αποφάσεως που δέχεται την αίτηση των υποψήφιων θετών γονέων για υιοθεσία, ακολουθεί η επίδοση της στον Εισαγγελέα, η οποία συνιστά απαραίτητη δικονομική προυπόθεση για την τελεσιδικία της αποφάσεως.
Στο συγκεκριμένο χρονικό σημείο ολοκληρώνεται και η διαδικασία της υιοθεσίας ως προς το Δικαστικό της κομμάτι. Εν συνεχεία, οι θετοί πλέον γονείς οφείλουν να προβούν σε εγγραφή της απόφασης στο αρμόδιο Ληξιαρχείο από το οποίο διαγράφονται τα στοιχεία των βιολογικών γονέων του υιοθετούμενου παιδιού. Από τούδε και στο εξής, ιδρύεται συγγένεια του υιοθετούμενου με τα μέλη της θετής οικογένειας και διακόπτεται κάθε νομικός δεσμός του τέκνου με τους φυσικούς του γονείς, οι οποίοι δεν έχουν ούτε δικαίωμα επικοινωνίας με αυτό, ενώ οι θετοί γονείς αποκτούν αυτοδικαίως την γονική του μέριμνα.